Σεπτεμβρίου 25, 2006

Προς τί ο μύθος;


Στα 30 χρόνια της ιστορίας του, το Golf ακολούθησε μια εξελικτική πορεία που κράτησε ανέπαφο το design, εξελίσσοντας σταδιακά το styling με μικροεπεμβάσεις και διακριτικές αλλαγές των αναλογιών. Η εξέλιξη από την 1η γενιά στην 5η, δεν προσέφερε στην πραγματικότητα κάτι νέο στην ίδια την αυτοκίνηση.

Η μηχανολογική αρτιότητα δε διαφέρει σημαντικά σε σχέση με τα μοντέλα άλλων κατασκευαστών. Η αξιοπιστία, όπως τουλάχιστον αποδεικνύεται από τις σχετικές έρευνες ακόμη και στην ίδια τη Γερμανία, δεν ξεπερνά εκείνη των ιαπώνων. Ενώ, η εποχή της σαφούς υπεροχής στον τομέα της παθητικής ασφάλειας έχει παρέλθει, με ολοένα και περισσότερους κατασκευαστές να συνωστίζονται στο υψηλότερο βάθρο των δοκιμών πρόσκρουσης. Η άνεση της ανάρτησης, ακόμη και αν σε κάποιες περιπτώσεις του παρόντος είναι ισάξια, ποτέ δεν υπερείχε εκείνης των γαλλικών αυτοκινήτων. Ενώ, η οδική συμπεριφορά ποτέ δεν υπήρξε κατεξοχήν χαρακτηριστικό γνώρισμα των Γερμανικών κατασκευών – όχι τουλάχιστον περισσότερο από ότι των ιταλικών.

Πού κρύβεται τότε η τεράστια εμπορική επιτυχία του Golf; Στην ομοιογένεια; Αν δεχθούμε κάτι τέτοιο για το σημερινό μοντέλο, που προβάλλει καλό σε όλους τους τομείς, δε συμβαίνει το ίδιο με το μοντέλο της 3ης λ.χ. γενιάς. Παρόν την εποχή της μονομανίας με την παθητική ασφάλεια, το Golf III είχε μεν τα ηνία στον εν λόγω τομέα, την ίδια στιγμή όμως που οι αναιμικές αποδόσεις των κινητήρων του (45 και 60 ίπποι για τις δημοφιλείς εκδόσεις της Ελληνικής αγοράς) το κατέτασσαν τελευταίο σε ενεργητική ασφάλεια. Επιεικώς αείμνηστη είναι η προσπάθεια γερμανικών ειδικών εντύπων της εποχής να αποδείξουν τη συνολική υπεροχή του Golf, στηριζόμενα σε μαθηματικές αλχημείες που έδιναν στην παθητική ασφάλεια ένα συντελεστή σπουδαιότητας δέκα (10) φορές μεγαλύτερο από εκείνον της ενεργητικής. Σαν να ισχυρίζονταν δηλαδή, ότι το να αποφύγεις το ατύχημα ήταν (δέκα φορές) λιγότερο σημαντικό από το να περιορίσεις τους τραυματισμούς από αυτό.

Και για να επιστρέψουμε στο παρόν, γιατί δεν είναι αντίστοιχα ομοιογενές ένα Renault Megane, που με εξαίρεση το απλά καλό φινίρισμα, υπερέχει σε πλήθος τομέων όπως η ασφάλεια (το 1ο μικρομεσαίο στην ιστορία με βαθμολογία 5 αστέρων στο NCAP), οι επιδόσεις (98 ίπποι στα 1.4 έναντι των μέχρι πρότινος 75 στη βασική έκδοση του Golf), η παραδειγματική άνεση και οδική συμπεριφορά κ.λ.π.; 'Η μία Toyota Corolla, με την παροιμοιώδη αξιοπιστία, την άριστη ποιότητα κατασκευής, τον κινητήρα με το βέλτιστο συνδυασμό απόδοσης/κατανάλωσης κ.ο.κ.;

Η επιτυχία του Golf κρύβεται στο marketing και τη σημειολογία του σχεδιασμού, ή διαφορετικά στον σχεδιαστικό συμβολισμό της τεχνολογικής υπεροχής.
Αλλά και στο marketing που πάντα κατάφερνε εύστοχα να προβάλλει τις ποιοτικές και χρονικές πρωτιές του εκάστοτε μοντέλου. Στην πρώτη και δεύτερη γενιά, την πρακτικότητα του hatchback που εισήγαγε ο Ιταλός σχεδιαστής Giugiaro 7 χρόνια μετά την πρωτοπορία του Renault 16 εμμένοντας ακόμη και στις προεξέχουσες ακμές της πέμπτης πόρτας.Στην τρίτη γενιά, το marketing απογείωσε την πρωτιά στην παθητική ασφάλεια, ανάγοντάς την στον σημαντικότερο παράγοντα επιλογής των αυτοκινήτων για χρόνια. Ενώ, από εκεί και πέρα, ο μύθος είχε ήδη κτιστεί... Διατηρώντας αναλοίωτα τα βασικά χαρακτηριστικά από γενιά σε γενιά, η VW έρχονταν να πείσει για την ορθότητα των αρχικών της επιλογών με το οπτικοποιημένο μήνυμα μιας κατασκευής τόσο ανώτερης που μόνο στα σημεία μπορούσε να βελτιώθεί. Η τέταρτη γενιά του Golf μέχρι πρόσφατα διαφημίζονταν απένταντι στα πλεονεκτήματα των ανταγωνιστικών μοντέλων με το επιχείρημα: «Μα δεν είναι Golf» (δια στόματος συζύγου απέναντι στη συνηγορία μιας άλλης επιλογής του συζύγου). Την ίδια στιγμή, η υψηλότερη τιμολογιακή πολιτική και η λίστα αναμονής (γιατί άραγε η VW δεν προλάβαινε να παράγει, τη στιγμή που η Toyota κάλυπτε μια αντίστοιχη ζήτηση του Corolla;) συνιστούσαν ένα ακόμη διαφημιστικό πλεονέκτημα: «Ποιό αυτοκίνητο έχει τις καλύτερες επιδόσεις; Ποιό αυτοκίνητο έχει τον πλουσιότερο στάνταρ εξοπλισμό; Ποιό αυτοκίνητο προσφέρει το ευνοϊκότερο πρόγραμμα χρηματοδότησης; Δεν έχει σήμασία. Γιατί τώρα το Golf είναι ετοιμοπαράδοτο!» Για να καταλήξουμε τελικά στο σημερινό σλόγκαν: «Μερικοί μύθοι, δεν πεθαίνουν ποτέ!».

Όμως πέρα από το μύθο, ο σύγχρονος αγοραστής του VW Golf αγοράζει κάτι ακόμα – εξίσου σημαντικό: αγοράζει το συμβολισμό της ανωτερότητας, τεχνολογικής και κατ’ επέκταση κοινωνικής.



Ο ήχος της πόρτας που «σφραγίζει» την είσοδό σου στην καμπίνα, είναι η υπόσχεση της ασφάλειας και της αξιοπιστίας. Και παρότι αυτός, ο βαρύγδουπος ήχος δεν αποτελεί αντικειμενική εγγύηση της αντοχής στο χρόνο, ούτε καθιστά την πόρτα περισσότερο απρόσβλητη από εκείνη ενός ιάπωνα κατασκευαστή, αρκεί για να τροφοδοτήσει θετικά το υποκειμενικό μας αίσθημα. Η σιγουριά και απομόνωση που απλόχερα προσφέρει η σφραγισμένη καμπίνα (εδώ δεν παρεισφρύουν ανεπιθύμητοι ήχοι ούτε βέβαια τριγμοί), απευθύνεται στο βαθύτερο φροϋδικό μας ένστικτο που αναζητά την ασφάλεια και ζεστασιά της μήτρας όπου επιζητούμε να επιστρέψουμε. Ο θάλαμος των επιβατών, προβάλει ώς άλλο ‘κουκούλι’ που θα μας προσφέρει τη μητρική στοργή και ασφάλεια απεναντι σ’ ένα κόσμο γεμάτο εξωτερικούς (οδικούς και μη) κινδύνους (όσο μάλιστα κανείς ανελίσσεται κοινωνικά, τόσο ισχυροποιείται αυτή η ανάγκη προστασίας, μιας προστασίας που πια συμπεριλαμβάνει την ιδιοκτησία και τα λοιπά κεκτημένα).



Στο Golf, ο τρόπος χειρισμού των επιφανειών, παρότι απέχει από τη γλυπτική κομψότητα μιας γαλλικής ή ιταλικής κατασκευής, κρύβει στις μεγάλες ακτίνες καμπυλότητας και τις δωρικές αναλογίες, έναν ακόμη συμβολισμό διαχρονικότητας και αντοχής. Το αμάξωμα δείχνει να έχει ‘σκαλιστεί’ με κόπο σ’ ένα σκληρό και ανθεκτικό υλικό. Οι λεπτοί και ισοπαχείς αρμοί, προσεκτικά χαραγμένοι στο συνολικό σχήμα, έρχονται να ενισχύσουν το αίσθημα στιβαρότητας. Η άριστη συναρμογή των επιμέρους τμημάτων (μέσα και έξω από το αυτοκίνητο) παρέχουν την εντύπωση μιας συμπαγούς, μονοκόμματης κατασκευής, όπου τίποτα δεν μπορεί να αποκολληθεί. Διαμορφώνεται έτσι η εικόνα μιας μηχανικής μεν, ωστόσο τελειότητας που παραπέμπει στα δημιουργήματα της φύσης. Όπως ο Roland Barthes έχει γράψει με αφορμή τη Citröen DS: «Ο χιτώνας του Χριστού μονοκόμματα υφασμένος, όπως τα διαστημόπλοια της επιστημονικής μας φαντασίας είναι φτιαγμένα από ένα ενιαίο κομμάτι μετάλλου». Ο συνδυασμός αυτός, της φυσικής τελειότητας από τη μια, με την τεχνοκρατική αυστηρότητα των γερμανικών γραμμών από την άλλη, παράγει ένα αποτέλεσμα που το ανθρώπινο μάτι αδυνατεί να κατατάξει (αφού η φύση δεν έχει αυστηρότητα στις μορφές, ενώ οι μηχανές δεν έχουν τη φυσική τελειότητα, όντας φορείς της μαρτυρίας μιας τεχνητής διαδικασίας συναρμολόγησης). Τείνει λοιπόν, υποσυνείδητα, να το ανάγει σε κάτι απόκοσμο και συνεπώς από καταστική θέση ανώτερο.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία συνιστούν αυτό που η σύγχρονη ορολογία ονομάζει "απτή ποιότητα". Με άλλα λόγια ένα είδος ποιότητας λιγότερο πραγματικής και περισσότερο αντιληπτικής. Ωστόσο, καθίσταται φανερό πως αυτή η αντιληπτική ποιότητα κατέχει έναν ιδιαίτερα ισχυρό ρόλο στη συνείδηση του αγοραστικού κοινού, εφόσον αποτελεί έναν συναισθηματικό παράγοντα ευχαρίστησης που πηγάζει από το αυτοκίνητο. Ο Donald Norman, αναφέρεται εκτενώς σε αυτόν τον παράγοντα στο βιβλίο του Emotional Design, εξηγώντας τους μηχανισμούς μιας εσώτερης ικανοποίησης που αντλείται από τις λεπτομέρειες ενός καλοφτιαγμένου αντικειμένου. Ο χρήστης γοητεύεται από αντιληπτική διερεύνηση του αντικειμένου μέσα από όλες του τις αισθήσεις: η οπτική στιβαρότητα ικανοποιεί την όραση, το "σφράγισμα" της πόρτας την ακοή και η αίσθηση των καλοβαλμένων διακοπτών την αφή (ευχάριστη απτικά επίστρωση, απαλή λειτουργία σε όλη τους τη διαδρομή, δίχως τζόγους και κινητικές ατέλειες). Το είδος της αντιληπτικής αυτής ποιότητας, αυξάνει κατακόρυφα την ευχαρίστηση που εισπράττουμε κατά τη χρήση του αντικειμένου, με τον ίδιο τρόπο που ένα φρεσκοπλυμένο αυτοκίνητο μας δίνει συχνά την εντύπωση πως είναι πιο ευκολοδήγητο. Με τον τρόπο αυτό, οι κατά τ' άλλα τεχνοκράτες Γερμανοί φαίνεται πως έχουν εντοπίσει τον τρόπο να αγγίξουν το συναίσθημά μας. Έναν τρόπο πιο έμμεσο από τη συνήθη πρακτική μιας δυναμικής φόρμας και ταυτόχρονα, το ίδιο ή και περισσότερο αποτελεσματικό.

Η 5η γενιά του Golf, παρότι με τη συγκριτικά αυξημένη καμπυλότητα, υποδηλώνει μια μετάβαση από την αισθητική του ογκόλιθου σε εκείνη του... βότσαλου, παραμένει πιστή στις αρχές αυτού του –ομολογουμένως πετυχημένου– συμβολισμού.

Ανεξάρτητα από την παραπάνω θέση, το ζήτημα της ομαδικής παράκρουσης με το Golf φαίνεται να παρουσιάζει κοινωνιολογικό ενδιαφέρον... Οι απόψεις σας είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτες. Λοιπόν, τί λέτε? Προς τί ο μύθος?

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μη μου βάζεις ιδέες! Λες το Golf να είναι η μόνη λύση για να αισθάνεσαι ασφαλής σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο; Μμμ, μήπως να το ξανασκεφτώ;

Μου άρεσε πάρα πολύ η ψυχολογική προσέγγιση του θέματος και νομίζω η αναφορά στην πολύ βαθιά ανάγκη για ασφάλεια, "να μας περιβάλλουν" σε ένα ασφαλές κουκούλι είναι πολύ πετυχημένη. Είναι μια πολύ πραγματική, πρωτογενής και άλογη ανάγκη, και αν όντως μιλάει εκεί...

Τελικά το αυτοκίνητο είναι κάτι πολύ παραπάνω από ένα χρηστικό αντικείμενο.

Δεν μπορώ να αποφασίσω αν αυτή η συναισθηματική επένδυση αντικειμένων είναι κάτι που ομορφαίνει τη ζωή μας ή τη δυσκολεύει. Αν μας φυτεύουν ιδέες στο κεφάλι μας, αν είναι τρόποι να καλύψουμε τα κενά μας.

Ανώνυμος είπε...

Συμφωνώ με την προλαλήσασα και καταλαβαίνω την επιφύλαξή της. Όμως αν είναι να απευθύνονται οι βιομηχανίες (μέσω του σχεδιασμού των προϊόντων τους)στον συναισθηματικό μου κόσμο και να τον χειραγωγούν, προτιμώ να το ξέρω, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι δεν θα αφήνομαι με τον ίδιο γοητευτικό αυθορμητισμό στην "αίσθηση της πραγματικότητας". Μελετάτε τας γραφάς λοιπόν, και συγκεκριμένα τον Donald Norman (το Emotional Design) που τόσο εύστοχα και ευφυώς ανέφερε ο μυστηριώδης κτήτωρ του Blog "Antikeimena". Θα μου επιτρέψει να συμπεριλάβω στην βιβλιογραφία και το βιβλίο "An introduction to Design and Culture" της Penny Sparke (ιδίως υποκεφάλαιο Redefining lifestyles σ.207), το οποίο είμαι σίγουρη ότι γνωρίζει και κατέχει. Τυχαία έπεσε στα χέρια μου το βιβλίο αυτό, ενώ έψαχνα σε γνωστό βιβλιοπωλείο να βρω υλικό για εργασία φίλου και έτσι "ευλόγησα και τα (μουσειολογικά) γένια μου". Στο βιβλίο της Sparke μπορεί να βρει κανείς τις προεκτάσεις της σκέψης του Norman, αφού καταγράφεται ο τρόπος που ο κόσμος της βιομηχανίας χρησιμοποιεί (να μην πω εκμεταλλεύεται;) την δύναμη που έχει το αντικείμενο, την επιρροή που ασκεί στον χρήστη του και την εξάρτηση (στον βαθμό εθισμού) που μπορεί να προκαλέσει. Αυτές οι ‘τρομερές’ διεργασίες μπορεί να φαίνονται υπερβολικές, αλλά είναι δυνατές, αφού δεν συμβαίνουν ‘δια μιας’, αλλά με αργούς ρυθμούς διαμορφώνουν στάσεις ζωής στην ‘ομάδα-στόχο’, τον παραλήπτη του μηνύματος, τον ‘αγνό καταναλωτή’.

ATHENA είπε...

TO EΙΠΑΤΕ ΑΡΚΕΤΑ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑ ΣΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΜΟΥ


Η σιγουριά και απομόνωση που απλόχερα προσφέρει η σφραγισμένη καμπίνα (εδώ δεν παρεισφρύουν ανεπιθύμητοι ήχοι ούτε βέβαια τριγμοί), απευθύνεται στο βαθύτερο φροϋδικό μας ένστικτο που αναζητά την ασφάλεια και ζεστασιά της μήτρας όπου επιζητούμε να επιστρέψουμε. Ο θάλαμος των επιβατών, προβάλει ώς άλλο ‘κουκούλι’ που θα μας προσφέρει τη μητρική στοργή και ασφάλεια απεναντι σ’ ένα κόσμο γεμάτο εξωτερικούς (οδικούς και μη) κινδύνους (όσο μάλιστα κανείς ανελίσσεται κοινωνικά, τόσο ισχυροποιείται αυτή η ανάγκη προστασίας, μιας προστασίας που πια συμπεριλαμβάνει την ιδιοκτησία και τα λοιπά κεκτημένα).


ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΛΑΛΛΗΣΑΣΕΣ ΤΟ ΚΑΛΥΨΑΝ ΤΟ ΘΕΜΑ


ΙΣΩΣ ΜΟΝΟ ΝΑ ΕΙΧΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΙ ΣΗΜΑΝΕΙ Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΒΟΤΣΑΛΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΟΓΚΟΛΙΘΟΥ ;)))