Απριλίου 16, 2008

Σχεδιάζοντας για τις Αισθήσεις:

υλικότητα και αισθητηριακή αντίληψη των αντικειμένων



Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων "Έρευνα, Λόγος και Τέχνη", το Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο φιλοξένησε την ομιλία του Γιώργου Λιαμάδη[1] με θέμα: "Σχεδιάζοντας για τις Αισθήσεις: υλικότητα και αισθητηριακή αντίληψη των αντικειμένων".

Με αφορμή την καθολική ηγεμονία της όρασης που ξεκινά από την οφθαλμοκεντρική αντίληψη της γνώσης και της αλήθειας στην Αρχαία Ελλάδα και κορυφώνεται στη σύγχρονη δυτική κοινωνία του θεάματος, ο ομιλητής επεσήμανε μια παθολογία των αισθήσεων σύμφωνα με την οποία η σχετική συμβολή της αφής στα βιώματά μας έχει κατέλθει στο 1,5%, της γεύσης στο 1%, της όσφρησης στο 3,5% και της ακοής στο 11% έναντι του 83% της όρασης [2].

Μέσα από τη φαινομενολογική προσέγγιση παραδειγμάτων από το χώρο της αρχιτεκτονικής και του βιομηχανικού αντικειμένου, ο ομιλητής κατέδειξε τη σπουδαιότητα όλων των αισθήσεων στην πρόσληψη του σχεδιασμένου περιβάλλοντος, για να καταλήξει στη διατύπωση της ανάγκης επαναπροσδιορισμού του ρόλου των αισθήσεων στον τρόπο που σχεδιάζουμε και αντιλαμβανόμαστε το χώρο και τα αντικείμενα που μας περιβάλλουν.

Η ομιλία συνεπικουρήθηκε από την ηλεκτρονική παρουσίαση πλούσιου οπτικοακουστικού υλικού με εικόνες, βίντεο, ήχους και αποσπάσματα κινηματογραφικών ταινιών και διαφημιστικών σποτ σχετικά με το θέμα.

________________________________________

[1] Ο Γιώργος Λιαμάδης είναι αρχιτέκτονας με μεταπτυχιακές σπουδές στο σχεδιασμό αυτοκινήτων. Εργάστηκε ως υπεύθυνος σχεδιασμού του πρωτοτύπου οχήματος Aletis στην ΕΛ.Β.Ο. και διδάσκει στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ. στη βαθμίδα του Λέκτορα (ΠΔ407/80).

[2] Μάζης Αριστείδης, «Εισαγωγή στις Ανθρωπογνωστικές Επιστήμες», διδακτικές σημειώσεις, Υπηρεσία Δημοσιευμάτων Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 1990, Τόμος ΙΙ, σελ.53

Απριλίου 01, 2008



Τον είδα από κοντά μία φορά, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το 2003. Καθόταν δίπλα μου, σε μια απλή θέση που του παραχωρήσαμε όταν διαπιστώσαμε πως οι οργανωτές δεν είχαν προβλέψει την παρουσία του. Δεν θα ξεχάσω τη φυσική του ευγένεια και ταπεινότητα. Είχε έρθει για να παρακολουθήσει την ταινία, αντίθετα από τους επωνύμους που εμφανίζονται μόνο στις τελετές έναρξης και λήξης, κάνουν τις δηλώσεις τους και μετά εξαφανίζονται από την πίσω πόρτα.

Τον ρώτησα πως του φάνηκε η ταινία, μετά την προβολή . Θυμάμαι ν' απαντά χαμηλόφωνα και λακωνικά, με μια σπάνια σεμνότητα, σίγουρα μεγαλύτερη από εκείνη των απλών φίλων του Φεστιβάλ...

Αντίο σε ένα μεγάλο δημιουργό, έναν άνθρωπο του πνεύματος, έναν Έλληνα από επιλογή.